Ο «Λέων της Σπάρτης», η «υπερπαραγωγή» που γυρίστηκε στην Ελλάδα πριν από 45 χρόνια (1962)
Ηταν η ταινία που είδε μικρός ο Φρανκ Μίλερ και δημιούργησε το κόμικς στο οποίο βασίστηκε η κινηματογραφική ταινία των «300» που προβάλλεται στους ελληνικούς κινηματογράφους, προκαλώντας αμφιλεγόμενα σχόλια. Ωστόσο, «Ο Λέων της Σπάρτης» (όπως κυκλοφόρησε το 1962 στα ελληνικά η ταινία «The 300 Spartans») ήταν κάτι εντελώς διαφορετικό, μια υπερπαραγωγή στο επικό στιλ που ήταν δημοφιλές στο Χόλιγουντ εκείνα τα χρόνια.
Αρχές Ιανουαρίου 1961, Λίμνη της Βουλιαγμένης, 20 χιλιόμετρα έξω από το Λουτράκι. Στο σκηνικό κυριαρχούν οι πολύχρωμες στολές, λοφία, θώρακες, ασπίδες, βέλη, σπαθιά, ιαχές, κραυγές, θρήνοι, αναποδογυρισμένα άρματα, καπνοί. Πλησίον του «πεδίου της μάχης» έχουν εκδράμει πολυάριθμοι φωτογράφοι και δημοσιογράφοι ξένων πρακτορείων και περιοδικών -«Life», «Paris Match» – καθώς και εκατοντάδες περίεργοι που είναι μάλλον δύσκολο να περιοριστούν. Πρόκειται για την περιοχή όπου γυρίζεται η αμερικανική ταινία της 20th Century Fox «The 300 Spartans», με θέμα τη μάχη των Θερμοπυλών.
Παρουσία του διαδόχου
Κατόπιν προσκλήσεως της αμερικανικής εταιρείας Fox, ο διάδοχος Κωνσταντίνος μαζί με τις πριγκίπισσες Σοφία και Ειρήνη, τον τέως βασιλέα της Ρουμανίας Μιχαήλ μετά της συζύγου του και του πρίγκιπος Μιχαήλ του Χριστοφόρου επισκέπτονται τη Λίμνη της Βουλιαγμένης για να παρακολουθήσουν τα τελευταία γυρίσματα και να γνωρίσουν τους συντελεστές της χολιγουντιανής υπερπαραγωγής. Εχουν ήδη προηγηθεί τρεις μήνες εντατικής δουλειάς υπό εκπληκτικό για την εποχή καιρό που βοήθησε τους Αμερικανούς παραγωγούς να εξοικονομήσουν χρόνο και χρήμα.
Διαφήμιση εποχής για την ταινία (όλες οι φωτογραφίες είναι από το αρχείο του Νίκου Νικολινάκου, γιου του Μιχάλη Νικολινάκου)
Ουσιαστικός υπεύθυνος για το ότι ένα τέτοιο μεγάλο πρότζεκτ «εγκαταστάθηκε» στην Ελλάδα είναι ο Σπύρος Σκούρας, ο Ελληνας πρόεδρος της 20th Century Fox. Η ταινία είχε αρχικά προγραμματιστεί να γυριστεί στην Ιταλία με ένα πρόχειρο σενάριο. Τελικά, προκειμένου να αποφευχθούν οι δυσάρεστες για τους Ελληνες ιστορικές ανακρίβειες, ο Σκούρας άσκησε τη σημαντική επιρροή του και αγόρασε όλη την προπαρασκευαστική εργασία των Ιταλών, δηλώνοντας πως «όταν θ’ αρχίσει να προβάλλεται η ταινία σε όλες τις πρωτεύουσες του κόσμου, το όνομα της Ελλάδας θα δοξαστεί για μία ακόμη φορά».
Από ελληνικής πλευράς παρασχέθηκε στη Φοξ ό,τι ήταν δυνατό για τη διευκόλυνση του έργου των ανθρώπων της, ακίνητα και …κινητά της περιοχής (περίπτερα-μπαρ και 12 ψαροπούλες που μεταμορφώθηκαν σε …πλοία του περσικού στόλου). Ενώ 2.500 άντρες του 523 Τ.Π., υπό την ηγεσία του αντισυνταγματάρχη Σπήλιου, χρησιμοποιήθηκαν για το γύρισμα των πολεμικών σκηνών. Το οικονομικό όφελος των φαντάρων ήταν 2 δραχμές χαρτζιλίκι. Ενας μικρός σουρεαλισμός στην υλοποίηση του όλου κόνσεπτ δεν απεφεύχθη, γεννώντας απρόβλεπτες αλλά και χαριτωμένες εικόνες.
Στα διαλείμματα οι Ελληνες φαντάροι, ως αρχαίοι πολεμιστές με πολύχρωμες στολές, σπεύδουν προς το πατροπαράδοτο… αχνιστό καζάνι της φασολάδας προκειμένου να σιτιστούν. Ενώ τις απογευματινές ώρες, «Ελληνες και Πέρσες», αδελφωμένοι, εγκαταλείπουν το πεδίο της μάχης τραγουδώντας εμβατήρια του Πεζικού και των ΛΟΚ αντί για τους τυρταιικούς παιάνες… Αλλη ενδιαφέρουσα εικόνα: κάποια στιγμή ο Ρίτσαρντ Ιγκαν – Λεωνίδας κάθεται σε μια πλιάν και, καπνίζοντας, παρακολουθεί το σκηνικό. Ενώ λίγα βήματα παραπέρα αναπαύεται ο… θανάσιμος εχθρός του Ξέρξης (Ντέιβιντ Φαράρ), φορώντας ένα καμηλό παλτό πάνω από τη λαμπρή στολή του και πίνοντας νες καφέ…
Οι δικοί μας
Εκτός από τους λαμπερούς ξένους συντελεστές, στους «300 Spartans» συμμετέχουν και Ελληνες: Μιχάλης Νικολινάκος, Αννα Συνοδινού, Δήμος Σταρένιος, Γιώργος Μούτσιος, Νίκος Παπακωνσταντίνου, Αννα Ραυτοπούλου, Φαίδων Γεωργίτσης.
Τη μουσική έχει γράψει ο Μάνος Χατζιδάκις, ενώ ο Ελληνας σταρ της ταινίας είναι ο Μιχάλης Νικολινάκος. Καταγόμενος από τη Σπάρτη, με εντυπωσιακό παράστημα και φυσική ομορφιά, ο Ελληνας ζεν πρεμιέ (και πρωταγωνιστής σε ταινίες όπως το «Εγκλημα στο Κολωνάκι», «Ο άγνωστος του τρένου» κ.ά.) υποδύεται τον Μύρωνα, αξιωματικό των Σπαρτιατών. «Νι-κο-λι-νά-κος, Νι-κο-λι-νά-κος» κραυγάζουν οι κληρωτοί όποτε κάνει την εμφάνισή του ο Ελληνας ηθοποιός.
Βέβαια, όπως πάντα, στη ζωή ξεπηδούν, ενίοτε από το πουθενά, λαμπρά αστέρια. Ενα τέτοιο λαμπρό αστέρι απεδείχθη πως ήταν ο ταγματάρχης Δαμιανός, ο οποίος είχε τοποθετηθεί υπεύθυνος για τα γυρίσματα των μαχών. Με στεντόρεια φωνή ο Δαμιανός καθοδηγεί τους συμπλεκόμενους. Αρχικά, προσπαθεί να βάλει μια τάξη: «Οι «Πέρσαι» να σβήσουν τα τσιγάρα τους και να βγάλουν τα ρολόγια τους»… Εν συνεχεία περνάει στη δράση: πυκνώνει και αραιώνει τις φάλαγγες, διατάζει επίθεση ή υποχώρηση, ζητάει περισσότερους «νεκρούς» και αγριότερα χτυπήματα. Ακόμη, παρατηρεί με ιερή αγανάκτηση τους Πέρσες «αθάνατους» που έχουν πάρει στα σοβαρά την προσωνυμία τους: «Εσύ, παιδί μου, αθάνατε», φωνάζει, «έχεις φάει 17 σπαθιές! Πότε σκέπτεσαι να πεθάνεις;»…
Η παρατήρηση αποδεικνύεται θαυματουργή και, πάντως, αποτελεσματικότερη από τις αλλεπάληλες σπαθιές. Ο «αθάνατος» Πέρσης, επιτέλους, πεθαίνει.
Οικονομικά οφέλη
Τις τελευταίες ημέρες, η συνύπαρξη «κοινών θνητών» και… εστεμμένων στο σετ των γυρισμάτων προκαλεί σπαρταριστά περιστατικά. Κάποια στιγμή φθάνει και ο δάσκαλος του χωριού. Παρουσιάζεται στον διάδοχο και του ζητεί να φωτογραφηθούν μαζί. Η χάρη τού γίνεται αλλά ο δάσκαλος θέλει και φόντο… Δίνεται λοιπόν η σχετική εντολή και 6 ιππείς δημιουργούν το απαραίτητο φόντο. Η φωτογραφία πετυχαίνει. Ο δάσκαλος χαιρετά και φεύγει ευχαριστημένος.
Ο Τύπος της εποχής καταγράφει τα οφέλη της Ελλάδας από το γύρισμα της ταινίας: «Για την οικονομικώς δυσπραγούσα περιφέρειάν μας η ταινία αυτή υπήρξε από κάθε άποψη σωτηρία. Από τα περίπου 22 εκατ. δολάρια που προβλέπεται ως στόχος της ταινίας (εκτός των μισθών των ηθοποιών) υπολογίζεται ότι πλέον των 14 εκατ. διετέθησαν ενταύθα. Εκατοντάδες εργατοτεχνίτες απησχολήσθησαν επί τρίμηνον με ικανοποιητικό ημερομίσθιον, το εμπόριον εκινήθη λίαν επικερδώς και τα ξενοδοχεία του Λουτρακίου και του Ξυλοκάστρου απέκτησαν πρωτοφανή χειμερινήν κίνησιν. Χαρακτηριστικόν της γενικής οικονομικής ωφελείας των κατοίκων είναι ότι διά τας ανάγκας των στούντιο της Λίμνης Βουλιαγμένης ηγοράσθη όλη η διαθέσιμος ξυλεία από τα ξυλεμπορικά καταστήματα του Λουτρακίου, Κορίνθου, Κιάτου και Ξυλοκάστρου».
Τελικά, η όλη ιστορία γυρίσματος του «Λέοντα της Σπάρτης» στην Ελλάδα των αρχών του ’60 είναι προφανές ότι, όσο την ανασκαλεύουμε, αφήνει μια μελαγχολική γεύση. Γιατί αυτό που συνέβαινε πριν από 45 χρόνια, και ήταν όμορφο αλλά και προσοδοφόρο για τη χώρα, τώρα να μη συμβαίνει; Γιατί δεν υπάρχουν πια εμπνευσμένοι Ελληνες όπως ο Σκούρας; ‘Η γιατί, εάν υπάρχουν, δεν διευκολύνονται από το ελληνικό κράτος, παρά εγκλωβίζονται στις γραφειοκρατικές και μικροπολιτικές δαγκάνες του; (του Βενιζέλου που είχε τον Ολιβερ Στόουν να τον περιμένει επί ώρες έξω από το γραφείο του μέχρι που ο Στόουν είπε ένα μεγαλοπρεπέστατο «fuck off!» και έφυγε, του Βουλγαράκη που εστιάζει την προσοχή του στο να φωτογραφηθεί ξεκαρδισμένος στο Βερολίνο δίπλα στη Βλαντή.
ΠΗΓΗ ΦΩΤΟ:kartson.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου