Είναι δυνατό άθελά μας και εν αγνοία μας να κάνουμε σοβαρά λάθη στην εκπαίδευση του σκύλου μας που θα τον κάνουν επικίνδυνο; Και όμως είναι. Ας δούμε πώς θα τα αποφύγουμε
Μπορεί ένας ιδιοκτήτης/κηδεμόνας σκύλου, άθελά του, να δημιουργήσει έναν επικίνδυνο σκύλο;
Nαι, μπορεί. Το πώς μας το εξηγεί, ο εκπαιδευτής σκύλων, Πέτρος Εμμανουήλ Μητσάκος.
Ο εκπαιδευτής σκύλων, Πέτρος Εμμανουήλ Μητσάκος
«Στο θέαμα ενός σκύλου που επιτίθεται, συχνά σκεφτόμαστε πως ο ιδιοκτήτης του τον χτυπάει, τον αγριεύει, ή τον έχει μόνιμα δεμένο με μια αλυσίδα. Μήπως, όμως, υπάρχει η πιθανότητα να μην τον έχει πειράξει ποτέ; Να τον αγαπάει, να θεωρεί πως του παρέχει όλα όσα θα έπρεπε, αλλά, ταυτόχρονα, ο σκύλος του να είναι επικίνδυνος, ακόμη και για τον ίδιο;
Είναι πιθανό, ο ιδιοκτήτης λόγω της υπέρμετρης αγάπης του και της άγνοιας που τον διακατέχει, κάποιες φορές να εθελοτυφλεί και κάποιες άλλες να μην αντιλαμβάνεται σωστά κάποιες συμπεριφορές; Να θεωρεί πως ο σκύλος του είναι το πιο ήσυχο πλάσμα του κόσμου, να δικαιολογεί στο μυαλό του την κάθε του αντίδραση, και να έχει την πεποίθηση πως είναι ακίνδυνος και φιλικός, ενώ η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική;
Πώς δημιουργούμε έναν επικίνδυνο σκύλο;
Πάμε να δούμε πώς μπορούμε να δημιουργήσουμε έναν επικίνδυνο σκύλο. Όλα ξεκινούν από τον άνθρωπο και από την επιλογή που κάνει. Ας υποθέσουμε πως ένας κηδεμόνας υιοθετεί ένα κουτάβι. Το κουτάβι είναι ένα ημίαιμο τσοπανόσκυλο, που όταν ενηλικιωθεί θα φτάσει τα 35-40 κιλά.
Θα έχει μεγάλο εκτόπισμα, ισχυρή προσωπικότητα, σθένος και ικανότητα να αμυνθεί, εάν νιώσει πως απειλείται. Αλλά, για την ώρα, είναι ένα κουτάβι. Και δεν έχει δείξει τίποτα από όλα αυτά. Τουλάχιστον όχι στα μάτια του ιδιοκτήτη του.
Οι μήνες περνούν και ο φίλος μας μεγαλώνει στην αυλή του σπιτιού. Τρέχει, παίζει, αρχίζει σιγά – σιγά, να γαβγίζει σε κάποιον περαστικό. Και ο κηδεμόνας νιώθει περήφανος για τον μικρό φύλακα που έχει στο σπίτι του.
Οι βόλτες του είναι ανύπαρκτες, καθώς ο κτηνίατρος τις έχει απαγορεύσει μέχρι να ολοκληρωθούν τα πρώτα του εμβόλια. Όμως, συνηθίσαμε στην ιδέα ότι δεν είναι και τόσο απαραίτητες, αφού η εικόνα του σκύλου που τρέχει στην αυλή είναι πολύ ευχάριστη, και εκείνος δείχνει πραγματικά χαρούμενος.
Μια μέρα βούτηξε ένα κόκκαλο από τα σκουπίδια. Πήγαμε να του το πάρουμε και εκείνος μας έδειξε λίγο τα δόντια του. Στη συνέχεια έτρεξε να κρυφτεί για να το φάει. Εμείς γελάσαμε, αφού δεν νιώσαμε απειλή από ένα κουτάβι 5-6 μηνών. Και σκεφτήκαμε ότι παίζει.
Όταν έφτασε 12 μηνών, όμως, και το επανέλαβε, μας έπεισε πως είναι καλύτερο να απομακρυνθούμε, εμείς αυτή τη φορά. Οπότε, αποφασίσαμε να τον ταΐζουμε στην αυλή και εμείς να είμαστε μακριά την ώρα που εκείνος τρώει. Είπαμε ότι θέλει την ησυχία του.
Έτυχε και κάποιες άλλες φορές να μας δείξει τα δόντια του, για κάποιους λόγους που ορισμένες φορές δεν καταλάβαμε. Ίσως, τον τρομάξαμε άθελά μας. Αλλά, πώς να τον τρομάξαμε, ενώ εκείνος, πλέον, φυλάει τόσο καλά την αυλή και χτυπάει τα κάγκελα γαβγίζοντας σε όποιον περνάει από έξω; Εκείνη την ώρα δείχνει πραγματικά ατρόμητος!
Μια μέρα χτυπάει το τηλέφωνό μας: πρέπει να μετακομίσουμε, από τη μονοκατοικία στη Νέα Μάκρη, σε μια περιοχή της Αθήνας. Είμαστε, πλέον, σε ένα διαμέρισμα με τον δυόμισι ετών σκύλο μας. Αυλή δεν υπάρχει, οπότε πρέπει να τον βγάλουμε βόλτα έξω.
Με έκπληξη διαπιστώνουμε πως γαβγίζει στα αυτοκίνητα, θέλει να κυνηγήσει όσα μηχανάκια κάνουν θόρυβο. Αγριεύει στα άλλα σκυλιά που βλέπει, ενώ επιτέθηκε και σε κάποιον που σταμάτησε να μας ρωτήσει την ώρα. Παραλίγο να τον δαγκώσει!
Μα, πώς είναι δυνατόν να συμβαίνει κάτι τέτοιο; Δεν τον χτυπήσαμε ποτέ, δεν του φωνάξαμε. Αντιθέτως, τον αγκαλιάζαμε και πολλά βράδια κοιμόμασταν μαζί.
Τι λάθος κάναμε;
Πάμε να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Πήραμε στην κατοχή μας ένα δυνατό, κυριαρχικό σκυλί, χωρίς να γνωρίζουμε τη φύση του. Ίσως να μην ήμασταν έτοιμοι για κάτι τέτοιο. Όσο μεγάλωνε εκείνος, εμείς αρκεστήκαμε στο να καλύπτουμε τις δικές μας ανάγκες. Καταναλώναμε όλο μας τον χρόνο, φιλώντας και αγκαλιάζοντας τον, αλλά δεν μπήκαμε στον κόπο να καλύψουμε και τις δικές του ανάγκες.
Δεν τον κοινωνικοποιήσαμε. Τον αφήσαμε να πιστέψει πως όλος ο κόσμος είναι η αυλή μας, που πρέπει να προστατεύει από τους υποτιθέμενους εισβολείς.
Εκείνος, μη έχοντας τίποτε άλλο να κάνει, διοχέτευε όλη του την ενέργεια σε αυτό. Μέρα με τη μέρα, γινόταν όλο και καλύτερος. Όλο και πιο ισχυρός.
Δεν τον πήγαμε βόλτες, να δει και να ακούσει ανθρώπους, παιδιά, παππούδες, σκύλους. Να δει την κοινωνία μας. Δεν γνωρίζαμε, καν, ότι έπρεπε να κάνουμε κάτι τέτοιο.
Κάθε του αντίδραση, βασιζόμενη στην ανασφάλεια ή στην κτητικότητά του, την ονομάσαμε παιχνίδι. Δεν μπήκαμε ποτέ στη διαδικασία να του κερδίσουμε την εμπιστοσύνη.
Την εκπαίδευση και την πειθαρχία την «βαφτίσαμε» ταλαιπωρία και καταπίεση, οπότε δεν σκεφτήκαμε, καν, να υποβάλουμε τον σκύλο μας σε μια τέτοια διαδικασία.
Στις καινούριες συνθήκες ζωής, ο σκύλος μας δεν είναι έτοιμος να αντεπεξέλθει. Γιατί, όσες πολλές αγκαλιές και αν τον πήραμε, ας το παραδεχτούμε, δεν τον μεγαλώσαμε σωστά. Δεν έχουμε ούτε αυλή για να του βάλουμε το φαγητό μακριά από εμάς, αλλά ούτε χώρο για να εκτονωθεί. Και φοβόμαστε στη σκέψη και μόνο: τι θα γίνει, όταν θα τον ξαναβγάλουμε βόλτα;
Ο ίδιος σκύλος θα είχε εντελώς διαφορετική συμπεριφορά, εάν είχε κοινωνικοποιηθεί από μικρός, είχε εκπαιδευτεί -τόσο εκείνος, όσο και ο άνθρωπός του- και του είχαμε καλύψει τις πραγματικές του ανάγκες, κι όχι εκείνες που πιστεύαμε πως έχει.
Κοιτάζοντάς το από ψηλά, «κακοποιήσαμε» τον σκύλο μας με έναν τελείως διαφορετικό τρόπο, που με μια πρώτη ματιά, κανείς δεν θα είναι σε θέση να αναγνωρίσει: δημιουργήσαμε έναν επικίνδυνο σκύλο».
ΠΗΓΗ:https://ygeiamou.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου