53 χρόνια μετά το καλοκαίρι του 1966 – το τελευταίο καλοκαίρι πριν την Χούντα των Συνταγματαρχών- ο λόγος του Ευριπίδη – «εγκώμιον Αθηνών και Δημοκρατίας», όπως έχει γράψει ο Μάριος Πλωρίτης- θα ακουσθεί και πάλι στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου. Με την βοήθεια του αρχείου του Εθνικού Θεάτρου κάναμε ένα μικρό ταξίδι στην ιστορία και τη μνήμη…
Καλοκαίρι 1966. Τελευταία Κυριακή του Ιουνίου. Το Εθνικό Θέατρο με μια κλασσικής συνταγής παράσταση του ανοίγει τα Επιδαύρια – «Ικέτιδες» του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία του Τάκη Μουζενίδη, μέλος της Καλλιτεχνικής Επιτροπής του κρατικού θεατρικού οργανισμού. Στον ρόλο της Αίθρας η Αλέκα Κατσέλη.
Η πρεμιέρα της παράστασης στο αρχαίο θέατρο γίνεται στις 26 Ιουνίου και η ανταπόκριση των κριτικών στις Αθηναϊκές εφημερίδες της εποχής κάθε άλλο παρά θετική για το εγχείρημα είναι. Άλλοι σφάζουν με το βαμβάκι και άλλοι τα γράφουν στα ίσα … τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη.
iketides-3
Τα βέλη τους δέχεται σχεδόν αποκλειστικά ο σκηνοθέτης και μέσω αυτού το κατεστημένο του Εθνικού Θεάτρου.
Ο Στάθης Δρομάζος – μια από τις πιο εμβληματικές παρουσίες της μετεμφυλιακής Αριστεράς, σύντροφος του Νίκου Μπελογιάννη και της Έλλης Παππά στη περιβόητη δίκη των ασυρμάτων και μια από τις πιο αποδεκτές πένες στην εφημερίδα « Η Καθημερινή» της Ελένης Βλάχου μετά την επανέκδοση της το ΄74- σπεύδει σε κείμενο του στην εφημερίδα «Η Αυγή» (Ιούνιος 1966) να αναρωτηθεί το «τι θα γινότανε στον τόπο αυτόν, αν γινόταν πράξι ο πρωτοχρονιάτικος λόγος του κ. Ηλ. Βενέζη , ότι το Εθνικό πρέπει να μείνει ο μοναδικός ερμηνευτής του αρχαίου δράματος! Ευτυχώς για τον νεοελληνικό πολιτισμό υπάρχει και ο Κούν και η Ελληνική Σκηνή της Συνοδινού». Στο σημείο αυτό μια σημείωση είναι χρήσιμη : O γνωστός συγγραφέας Ηλίας Βενέζης ήταν τότε διοικητικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου).
Η Ηρώ Λάμπρου – για ένα φεγγάρι βουλευτής της Ένωσης Κέντρου και μάλιστα η πρώτη γυναίκα βουλευτής της- έγραψε εκείνες τις μέρες στην κεντρώα εφημερίδα Ελευθερία του Πάνου Κόκκα τα εξής: «Η παράσταση του Εθνικού Θεάτρου με σκηνοθέτη τον κ. Μουζενίδη , δεν κατόρθωσε ν΄ ανταποκριθεί στα ερμηνευτικά και σκηνικά αιτήματα που προβάλλει το έργο. Ασπόνδυλη και χωρίς θεατρική πνοή, διασώθηκε μόνο χάρη στο λόγο του ποιητή και στους ηθοποιούς που τον ζωντάνεψαν».
Στο δικό του άρθρο ο Δρομάζος δίνει και μια άλλη διάσταση στην ίδια παράσταση: «Την απάντηση όμως την πήραν στο θέατρο της Επιδαύρου. Όταν ο Ετριπίδης βροντοφώνησε στην ορχήστρα ότι όπου “ο λαός αφέντης είναι” εκεί είναι Δημοκρατία, όταν οι μανάδες καταράστηκαν τον πόλεμο, όταν ο Ποιητής στηλίτευσε τους βασιλιάδες ως δολοφόνους γιατί ξεπαστρεύουν τα παλληκάρια από τον φόβο τους μη χάσουν τον θρόνο, τότε το θέατρο συγκλονίστηκε από τα χειροκροτήματα. Όταν στο λαό κλείνουν τη Βουλή – έτσι γινόταν και στην αρχαία Ελλάδα- όταν του απαγορεύουν να διαδηλώσει στους δρόμους του τα φρονήματα του , τότε κάνει ιερή πολιτική κονίστρα το θέατρο. Από την άποψη αυτή , νομίζουμε ότι πρέπει να ευχαριστήσουμε το Εθνικό γιατί εγκαινίασε τα φετεινά Επιδαύρια, με ένα έργο δημοκρατικό, μ΄ ένα έργο αντιμοναρχικό , κατάλληλο για την επέτειο του ιουλιανού πραξικοπήματος». Την αντίδραση των θεατών – με τα θυελλώδη χειροκροτήματα όταν ακουγόταν από τα χείλη των ηθοποιών φράσεις του κειμένου για την Δημοκρατία και την λαϊκή κυριαρχία- σημειώνει στο δικό του κείμενο που δημοσιεύεται στην εφημερίδα «Το Βήμα» ο Μάριος Πλωρίτης. Ο τελευταίος επισημαίνει ακόμη ότι η παράσταση «έμεινε πιστή στη πεπατημένη του Εθνικού».
Από το καλοκαίρι του 1966 – το τελευταίο καλοκαίρι της πιο σύντομης δεκαετίας μετά τον πόλεμο, της «χαμένης άνοιξης» - μας χωρίζουν πλέον 53 ολόκληρα χρόνια.
Φέτος, οι «Ικέτιδες» επιστρέφουν. Διαβάζω στο ενημερωτικό κείμενο του Φεστιβάλ για την παράσταση του Στάθη Λιβαθηνού: «Δύο εθνικά θέατρα, το Εθνικό Θέατρο και ο Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου, συνεργάζονται για το ανέβασμα ενός εμβληματικού έργου. Μια τραγωδία για τον πόλεμο, τους νεκρούς αλλά και την υπαρξιακή αγωνία, την αξιοπρέπεια, την πίστη και την αντοχή, σε μια νέα μετάφραση από τον Γιώργο Κοροπούλη.
Σαραντατρία χρόνια μετά το μοναδικό της ανέβασμα από το Εθνικό Θέατρο, σε σκηνοθεσία του Τάκη Μουζενίδη, και εικοσιεννέα χρόνια από την πρώτη παράσταση του ΘΟΚ στην Επίδαυρο, σε σκηνοθεσία Νίκου Χαραλάμπους, η τραγωδία σκηνοθετείται από τον καλλιτεχνικό διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου Στάθη Λιβαθινό, σε ένα εγχείρημα που θα στηριχθεί στη συνεργασία καλλιτεχνών από τις δυο χώρες.
Οι μητέρες των αργείων στρατηγών που έχασαν τη ζωή τους στη Θήβα, πολεμώντας στο πλάι του Πολυνείκη, προσπέφτουν ικέτιδες στον βωμό της Δήμητρας στην Ελευσίνα. Μαζί τους ο βασιλιάς του Άργους, Άδραστος. Ζητούν τη βοήθεια του βασιλιά της Αθήνας, Θησέα, γιατί οι Θηβαίοι κρατούν τους νεκρούς και δεν επιτρέπουν την ταφή τους. Ο Θησέας, ανταποκρινόμενος στο δίκαιο αίτημα, ετοιμάζεται να στείλει μήνυμα στον βασιλιά της Θήβας, Κρέοντα, όμως τον προλαβαίνει η άφιξη θηβαίου κήρυκα, που φέρνει το δικό του μήνυμα στον Θησέα: Του ζητά να διώξει τον Άδραστο και τις μητέρες, διαφορετικά θα τους επιτεθούν. Ο Θησέας οδηγεί τον στρατό της Αθήνας ενάντια στους Θηβαίους και φέρνει τους νεκρούς στρατηγούς στην Ελευσίνα, όπου και τους καίουν. Η Ευάδνη, σε παραλήρημα, ορμά στη φωτιά και καίγεται μαζί με τον άνδρα της, Καπανέα. Μητέρες και παιδιά παίρνουν τον δρόμο της επιστροφής, με τις στάχτες των αγαπημένων τους.
Η τραγωδία, γραμμένη το 422 π.Χ., φέρει τον απόηχο της μάχης στο Δήλιο δύο χρόνια πριν, το 424 π.Χ., όταν οι Θηβαίοι −σύμμαχοι της Σπάρτης− νίκησαν τους Αθηναίους και δεν τους άφησαν για μέρες να πάρουν και να θάψουν τους νεκρούς τους».
Στη παράσταση του Λιβαθηνού συμμετέχουν (αλφαβητικά): Άννα Γιαγκιώζη, Κάτια Δανδουλάκη, Άνδρη Θεοδότου, Κόρα Καρβούνη, Θοδωρής Κατσαφάδος, Κατερίνα Λούρα, Τζίνη Παπαδοπούλου, Αγλαΐα Παππά, Μαρία Σαββίδου, Άκης Σακελλαρίου, Χρήστος Σουγάρης, Κωνσταντίνα Τάκαλου, Τάνια Τρύπη, Ανδρέας Τσέλεπος, Νιόβη Χαραλάμπους, Χάρης Χαραλάμπους.
ΠΗΓΗ:protothema.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου