Μία σκηνή, μπροστά στην οποία σίγουρα έχουμε όλοι παρευρεθεί. Ένα παιδί χτυπιέται μπροστά σε μία βιτρίνα ή στου σούπερ μάρκετ, όταν η μητέρα του αρνείται να του αγοράσει ένα παιχνίδι, να περιφέρεται σε μια καφετέρια από τραπέζι σε τραπέζι ή μέσα σε κάποια δημόσια υπηρεσία, να φωνάζει σε κάποιο εστιατόριο…
Συνήθεις, οι αντιδράσεις των γονέων στις παραπάνω περιπτώσεις, είναι να παρακαλούν το παιδί να ηρεμήσει, να προσποιούνται ότι δε συμβαίνει τίποτα ή να αντιμιλούν σε όποιον τύχει να κάνει παρατήρηση στο παιδί τους ή στους ίδιους, χρησιμοποιώντας εκφράσεις του τύπου:
«Ένα παιδάκι είναι, πως κάνεις έτσι;», «Και τι να κάνω, να το κλείσω μέσα;», «Πάμε να φύγουμε με την κομπλεξική!», μη γνωρίζοντας – ή μη θέλοντας να παραδεχτούν – ότι το παιδί τους δεν έχει μάθει όρια και αύριο αυτή την έλλειψη θα τη βρει μπροστά του.
Φυσικά δεν αναφέρομαι στις περιπτώσεις που το παιδί θα εμφανίσει τις παραπάνω συμπεριφορές μια φορά, γιατί ναι παιδί είναι και θα τρέξει μέσα στην καφετέρια και δε θα ελέγξει τον τόνο της φωνής του και τα χαρτάκια προτεραιότητας θα θέλει να τραβήξει από το μηχάνημα της τράπεζας γιατί είναι ένα νέο παιχνίδι για κείνο και στην παραλία θα πετάξει άμμο κατά λάθος σε άλλους και, και, και…
Αναφέρομαι στη συστηματική και επανειλημμένη εμφάνιση αντίστοιχων εκδηλώσεων, σε σημείο τέτοιο που να είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα της συμπεριφοράς του “παιδιού -βασιλιά”, του οποίου οι γονείς θεωρούν ότι όλα τα κάνει σωστά και οι άλλοι είναι άδικοι μαζί του.
Είναι εκείνο το παιδί που όταν πάει σχολείο και η δασκάλα το βάζει τιμωρία επειδή δεν υπακούει σε κανόνες, η μητέρα του πηγαίνει να της “ζητήσει τα ρέστα”, λέγοντάς της πόσο άπειρη είναι και πως δεν ξέρει να κάνει καλά τη δουλειά της. Αν δε, η δασκάλα είναι στη “δυσμενής” θέση να μην έχει παιδιά, θα έρθει αντιμέτωπη με όλη την άρνηση της μητέρας να συνεργαστεί μαζί της και να δεχτεί τις συμβουλές της, αφού: «Αυτή δεν έχει παιδιά, οπότε δεν ξέρει».
Οι οικογένειες των παιδιών – βασιλιάδων, παρουσιάζουν ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά…
Μητέρες παντοδύναμες που μόνο εκείνες γνωρίζουν τι είναι σωστό για το παιδί τους, που συνήθως θα έχουν διαβάσει βιβλία για το μητρικό ρόλο κρατώντας όμως μόνο τα χωρία εκείνα που συνάδουν με τις παιδαγωγικές τους μεθόδους.
Οι πατέρες από την άλλη, συνήθως είτε εργάζονται πολλές ώρες οπότε η συμμετοχή τους στη διαπαιδαγώγηση του παιδιού είναι περιορισμένη, είτε θεωρούν πως η μητέρα έχει πάντα δίκιο, οπότε δεν προβάλλουν καμία αντίρρηση στις μεθόδους της. Σε περίπτωση που αντιταχθούν, έρχονται αντιμέτωποι με την αντίδρασή της και στο τέλος σιωπούν, αφήνοντας τη θέση τους ανυπεράσπιστη.
Το φαινόμενο εμφανίζεται συχνά σε ζευγάρια που λειτουργούν αποκλειστικά ως γονείς, έχοντας παραμερίσει το ρόλο των ερωτικών συντρόφων…
Σε αυτή την περίπτωση, συνήθως οι μητέρες άθελά τους, τοποθετούν το παιδί στη θέση του συντρόφου, προσπαθώντας να καλύψουν το κενό, μετατρέποντας το παιδί στον απόλυτο βασιλιά της ζωής τους. Μία θέση που για το παιδί σημαίνει ανταγωνιστική σχέση με τον άλλο γονέα και ακύρωση του ρόλου του, λειτουργώντας ως υποκατάστατο συζύγου ή ως όπλο εναντίον του.
Οι γονείς στη θέση των υπηκόων έχουν μετατρέψει το παιδί σε βασιλιά, εκπληρώνοντας κάθε επιθυμία του – όποια και αν είναι αυτή – χωρίς καμία κριτική σκέψη για τις μελλοντικές συνέπειες της συγκεκριμένης συμπεριφοράς.
“Προστατεύουν” το παιδί από τα “κακόβουλα” σχόλια των άλλων, είτε είναι οι παππούδες του, που υποτίθεται ότι έχουν μια εμπειρία ζωής έχοντας μεγαλώσει τους ίδιους και τα αδέρφια τους, είτε είναι η παιδίατρος που υποτίθεται ότι ξέρει από παιδιά, είτε είναι κάποιο άλλο πρόσωπο, που υποτίθεται ότι δε συναντά παιδί πρώτη φορά στη ζωή του έχοντας ζήσει για Χ χρόνια σε ένα σύνολο που ονομάζεται κοινωνία και στηρίζεται σε κάποιους κανόνες.
Έτσι το παιδί – βασιλιάς μεγαλώνει με την εντύπωση πως ό,τι θέλει, θα το έχει….
Πως μόνιμα θα είναι το επίκεντρο της προσοχής και της φροντίδας. Πως οι άλλοι υπάρχουν για να το υπηρετούν. Πως δε χρειάζεται καμία ειδική προσπάθεια εκ μέρους του, για τίποτα. “Ο ήλιος ανατέλλει όταν ξυπνά”, όπως έλεγαν οι παλαιότεροι και μόνο που υπάρχει, θα πρέπει να είμαστε όλοι ευγνώμονες και να συμμορφωνόμαστε στις απαιτήσεις του, όπως οι γονείς του.
Το παιδί – βασιλιάς δεν έχει μάθει όρια και διαρκώς απαιτεί από τους άλλους. Ως έφηβος και ενήλικας θα μετατραπεί σε «τύραννο» που περιμένει από τους υπηκόους του να συμμορφώνονται αναντίρρητα στις απαιτήσεις του, ανεξαρτήτως του πόσο ρεαλιστικές είναι. Οι δυσκολίες στις κοινωνικές του σχέσεις, εμφανίζονται ήδη από την προσχολική ηλικία, όπου συνειδητοποιεί ότι σε ένα περιβάλλον με άλλα 20 παιδιά, δε γίνεται να είναι το επίκεντρο του ενδιαφέροντος.
Τα άτομα που θα συναναστρέφονται μαζί του χρειάζεται να αφοπλιστούν με υπομονή προκειμένου να καταφέρουν να αντέξουν τα «νάζια» του. Ως ενήλικας θα απαντά με θυμό σε οποιοδήποτε προσπαθεί να τον οριοθετήσει ή να αντιδράσει στη συμπεριφορά του, όπως ακριβώς έκανε και με τους γονείς του κάθε φορά που τολμούσαν να αντισταθούν στις αυταρχικές εντολές του.
Η σύντροφος, τα παιδιά και οι συνάδελφοί του θα τον φοβούνται. Πιθανώς οι στενοί συγγενείς του να κουραστούν κάποια στιγμή με τη συμπεριφορά του, προσπαθώντας να «δραπετεύσουν» από τη σχέση μαζί του. Η σύντροφος που θα επιλέξει το παιδί – βασιλιά είναι μία γυναίκα που θα τρέχει να ικανοποιήσει τις ανάγκες του προτού καν εκείνος τις εκφράσει και που θα δέχεται τα ξεσπάσματά του, κατηγορώντας τον εαυτό της για τη συμπεριφορά του.
Πιθανώς το παιδί – βασιλιάς στην εφηβική και ενήλικη ζωή να είναι ένα άτομο κοινωνικά απομονωμένο, αφού όσοι συναναστρέφονται μαζί του θα δυσανασχετούν με την τυραννική συμπεριφορά του και την καταπάτηση των ορίων τους. Θα έχει καθόλου ή λίγους φίλους παρόμοιους με εκείνον, οπότε οι συγκρούσεις θα είναι συχνές αφού ο ένας θα περιμένει από τον άλλον να ικανοποιήσει τα υπερβολικά θέλω του.
Εκείνοι που δε θα συγκρούονται μαζί του θα είναι οι φίλοι που θα φέρουν παρόμοια χαρακτηριστικά με τη σύντροφό του (αν βρεθεί κάποια να μπορεί να τον αντέξει), δηλαδή άτομα με χαμηλή αυτοεκτίμηση που θα αναζητούν απεγνωσμένα την αποδοχή.
Ίσως το παιδί – βασιλιάς μεγαλώνοντας να τροποποιήσει τη συμπεριφορά του και τον τρόπο αλληλεπίδρασης με τους γύρω του. Ωστόσο για να επιτευχθεί η συγκεκριμένη αλλαγή, χρειάζεται η συμβολή των δασκάλων και των γονέων του. Αν οι δάσκαλοι επισημάνουν στους γονείς την ανάγκη οριοθέτησης του παιδιού σε ηλικία τέτοια που πλέον και οι ίδιοι θα έχουν κουραστεί από τη συμπεριφορά του, πιθανώς να επιχειρήσουν την τροποποίησή της.
Σε αυτή την περίπτωση, το παιδί – βασιλιάς θα εξελιχθεί σε ένα ενήλικα οριοθετημένο και κοινωνικά προσαρμοσμένο.
Σε μεγαλύτερη ηλικία και έχοντας λάβει ανατροφοδότηση από τον τρόπο αλληλεπίδρασής με τους γύρω του και τις συνέπειες αυτού στη ζωή του, ίσως να επιχειρήσει τη σταδιακή αλλαγή από μόνος του, ως έφηβος ή πιθανότερα ως ενήλικας, με τη βοήθεια της ψυχοθεραπείας.
Ποιοι είναι οι λόγοι που ένας γονιός δεν μπορεί να βάλει όρια στο παιδί του;
Οι γονείς, συχνά ανησυχούν μήπως «χάσουν» την αγάπη του παιδιού τους ή αποφεύγουν να εφαρμόσουν τους κανόνες πειθαρχίας που δέχτηκαν οι ίδιοι ως παιδιά, θεωρώντας ότι ήταν υπερβολικά αυστηροί.
Άλλοι γονείς, ανησυχούν μήπως περιορίσουν την ελευθερία έκφρασης και το πνεύμα του παιδιού τους και εκείνο μετατραπεί σε άβουλο και πλήρως υποταγμένο.
Πιθανή επίσης είναι η πολύωρη απουσία των γονέων από το σπίτι και η ανάδυση ενοχών. Ως αποτέλεσμα, οι γονείς τις ελάχιστες ώρες που περνούν μαζί με το παιδί δεν τις “ξοδεύουν” σε κανόνες πειθαρχίας και προσπαθούν να του κάνουν τα χατίρια αναπληρώνοντας το χαμένο χρόνο. Ωστόσο, η σταθερότητα στην ανατροφή του παιδιού χάνεται και εκείνο καταλήγει ανεξέλεγκτο και συγχυσμένο.
Να θυμάστε ότι…
τον έλεγχο της οικογένειας χρειάζεται να τον έχουν οι γονείς και όχι το παιδί. Στην οικογένεια του παιδιού – βασιλιά εκείνο είναι στο κέντρο και όλοι οι άλλοι τριγύρω από αυτό. Το παιδί χρειάζεται να ξέρει ότι δεν είναι αρχηγός κανενός. Οι γονείς θα πρέπει να αντιμετωπίσουν το φόβο τους για το πως θα αντιδράσει το παιδί τους αν του αφαιρέσουν τον έλεγχο και να σταματήσουν να ικανοποιούν τις αυταρχικές εντολές του.
Όσο περισσότερο οι γονείς φοβούνται το παιδί, τόσο περισσότερο έλεγχο εκείνο αποκτά. Σε μία απόπειρά τους να μην προκαλέσουν την οργή του, υποτάσσονται στις επιθυμίες του.
Σημαντικός είναι ο καθορισμός ενός συστήματος ανταμοιβής/τιμωρίας, ώστε να επιβραβεύουν τις αποδεκτές συμπεριφορές του παιδιού και οι μη αποδεκτές να τιμωρούνται άμεσα και ξεκάθαρα, χωρίς ωστόσο υπερβολές.
Οι γονείς εκπροσωπούν τα “πρέπει” στην οικογένεια. Πώς θα μάθει το παιδί να ακολουθεί κανόνες ώστε να ανταποκριθεί επιτυχώς σε μια κοινωνία που δεν είναι ανεκτή στην παραβίαση των κανόνων, αν η εκπαίδευση δεν ξεκινήσει από μικρή ηλικία;
Γράφει η Ανδριάννα Γεροντή – Συστημική και Εναλλακτική Θεραπεύτρια του ΚΕ.ΘΕ.ΣΥ (Ανασυνδιασμένη Ψυχοθεραπεία).
(Για περισσότερες πληροφορίες επισκεφθείτε: https://www.kethesy.gr/)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου