Θα μπορούσε να γίνει μια συνέντευξη μόνο για το βιογραφικό του αλλά στην συγκεκριμένη στήλη δεν είναι αυτό το ζητούμενο …
Το ελληνικό ποδόσφαιρο σήμερα αντανακλά την εικόνα της ελληνικής πολιτικής σκηνής;
Αν και δεν είναι πλήρως ευθυγραμμισμένος ο συσχετισμός της ερώτησης, θα απαντήσω σε δυο διαστάσεις.
Αν εννοείτε ως άθλημα, αναμφίβολα όχι. Το Ποδόσφαιρο – χοντρικά – έχει κανόνες, παίζεται στο γήπεδο, είναι πλήρως διακριτές οι αντίπαλες ομάδες. Πλην ελαχίστων εξαιρέσεων παίχτες που έχουν ταλέντο, δουλεύουν σκληρά, ιδρώνουν και τιμούν τη φανέλα, εκτιμώνται και δεν αγνοούνται. Στην Ελληνική πολιτική σκηνή πια δεν ισχύει το ίδιο. Συνήθως οι ικανοί και οι συνεπείς παραγκωνίζονται ή διώκονται, οι φανέλες έχουν σχεδόν κουρελιαστεί και οι ομάδες δίνουν την εντύπωση ότι συμμετέχουν σε μια διοργάνωση που έχει μπει στο μίξερ. Ρούχα μαζί που πλύθηκαν και ο καθένας φορά ευκαιριακά ό,τι βολεύει ή συμφέρει ή ικανοποιεί μια ουτοπική αναρρίχηση σε θέσεις εκτελεστικής εξουσίας, μιας δήθεν εκτελεστικής εξουσίας που μάλλον άλλοι παράγοντες την ασκούν στο παρασκήνιο.
Αν τώρα το ερώτημα τίθεται υπό την έννοια της ποιότητας και της εικόνας που δίνεται προς τα έξω, θα έλεγα απλώς ότι το ποδόσφαιρο αποτελεί μια ψηφίδα της γενικότερης κατάστασης, συνεπώς έχει επηρεαστεί από τη γενικευμένη μετριότητα και κυρίως από την οικονομική κρίση. Όμως, δεν έχουμε – τουλάχιστον ακόμα – φαινόμενα κομματικοποίησης του ποδοσφαίρου όπως πχ συμβαίνει στην Κύπρο όπου οι ομάδες είναι άμεσα συνδεδεμένες σε επίπεδο οπαδών με πολιτικά κόμματα. Θεωρώ ότι συμβαδίζει με την κατάσταση της χώρας. Αυτό δεν είναι υποχρεωτικά κακό αν αναλογιστούμε ότι στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες, σε πολύ σκοτεινές περιόδους το ποδόσφαιρο χρησιμοποιήθηκε για να καλύψει νοσηρότητες κατά το «άρτος και θεάματα». Προσωπικά με προβληματίζει το οτιδήποτε μεμονωμένα και περιορισμένα ακμάζει όταν όλα τα άλλα παρακμάζουν. Με δυο λόγια, και το ποδόσφαιρο στην Ελλάδα έχει ακολουθήσει τη γενικότερη πτώση. Άλλωστε είναι ένας κατεξοχήν χώρος όπου μπορούμε να συναντήσουμε μια συνολική απεικόνιση των κοινωνικών τάσεων. Δεν αποτελεί κάτι «ελιτίστικο» όπως συμβαίνει σε μερικές άλλες χώρες τις Ευρώπης. Θα έλεγα λοιπόν ότι στο ποδόσφαιρο αντανακλώνται πολλές παθογένειες της Ελλάδας, μια από τις οποίες είναι και η μετριότητα στην οποία βυθίζεται η Ελληνική πολιτική σκηνή.
Ψηφιακή Διακυβέρνηση . Σε τι στάδιο βρίσκεται στην Ελλάδα και κατά προέκταση στην Κορινθία.
Επίσης ερώτημα δύο διαστάσεων. Θα πρέπει να γνωρίζετε ότι η Ελλάδα διαθέτει ήδη από την προηγούμενη δεκαετία μερικές από τις πιο προηγμένες και εντυπωσιακές εφαρμογές γενικότερα στον τομέα των ΤΠΕ (Τεχνολογίες Πληροφορίας και Επικοινωνίας). Ενδεικτικά αναφέρω κάτι που πολλοί αγνοούν, ότι το 2009 στα4α ευρωπαϊκά βραβεία e-Government, η χώρα μας ξεχώρισε και εντυπωσίασε με δύο πλατφόρμες. Η πρώτη ήταν η Εθνική Πύλη Δημόσιας Διοίκησης ermis.gov.gr και η δεύτερη ήταν η πλατφόρμα ηλεκτρονικής διαβούλευσης eDialogos από τα Τρίκαλα. Επίσης, τα συστήματα ηλεκτρονικής τραπεζικής των Ελληνικών τραπεζών είχαν ξεχωρίσει και θεωρούνταν από τα πιο προηγμένα στον τομέα της Ασφάλειας παγκοσμίως.
Όμως σε αυτή τη χώρα, οτιδήποτε ξεχωρίζει, το θάβουμε αν δεν υπηρετεί ιδιοτελείς σκοπούς. Δεν έχουμε την κουλτούρα υιοθέτησης καλών εφαρμοσμένων πρακτικών είτε γιατί οι άνθρωποι που βρίσκονται σε θέσεις εκτελεστικής εξουσίας, είτε στην Κεντρική Κυβέρνηση, είτε στους ΟΤΑ, είτε σε άλλους θεσμικούς φορείς, είναι πολύ κατώτεροι των περιστάσεων και κυρίως είναι αδαείς και άσχετοι με τέτοια αντικείμενα, ή θεωρούν ότι εκείνοι «ξέρουν καλύτερα της δουλειά» και με το ράβε-ξήλωνε όλα επανέρχονται συνεχώς στη φάση της εκκίνησης και φτου απ’την αρχή.
Από την άλλη πλευρά και οι ίδιοι οι πολίτες δεν δείχνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Νέοι άνθρωποι που πια ζουν με την Τεχνολογία ανά χείρας, προτιμούν να περιμένουν σε ουρές και να διαπληκτίζονται με υπαλλήλους, παρά να αιτηθούν ηλεκτρονικά για ένα πιστοποιητικό. Υπάρχουν και εκείνοι που έχουν άρνηση για το οτιδήποτε. Και βέβαια, ας μη γελιόμαστε, επί του γενικού, ο πολίτης που δεν ενδιαφέρεται να ασχοληθεί και να διαβουλευτεί σε φυσικό επίπεδο, είναι δυνατόν να το κάνει σε ψηφιακό ; Κατά τη δική μου άποψη η ψηφιακή πραγματικότητα δεν είναι παρά μια απεικόνιση της φυσικής σε δυαδικό σύστημα.
Συνοψίζοντας. Βρισκόμαστε ακόμα πολύ πίσω σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Σε ορισμένους μάλιστα δείκτες που μετράνε τέτοια χαρακτηριστικά, δεν είμαστε ούτε καν στους πίνακες των πρώτων 100 χωρών παγκοσμίως. Για την Κορινθία, τι να συζητήσουμε … Γνωρίζω πολλά βήματα που έχουν γίνει και οι πολιτικοί προϊστάμενοι ούτε καν τα προβάλλουν γιατί δεν μπορούν να μιλήσουν για αυτά. Και βέβαια δεν βάζουν και κανέναν άλλο τουλάχιστον να μιλήσει, μήπως και τους φάει τη «δόξα». Σε επίπεδο Δήμων στην Κορινθία καλύτερα να μη μιλήσουμε. Για να υπάρξουν χαρακτηριστικά Ψηφιακής Διακυβέρνησης θα πρέπει πρώτα να υπάρχουν σε φυσικό επίπεδο. Και τέτοια δεν έχουμε. Δυστυχώς. Είναι μεγάλο το πρόβλημα και για μένα ίσως ένα από τα δύο τρία μεγαλύτερα της χώρας. Μιλάμε για έναν τομέα που θα μπορούσε να μας είχε «ξεκολλήσει» από την κρίση μόνος του. Αλλά είπαμε … Διοικούν αυτοί που «ξέρουν τη δουλειά».
Socialmedia . Έχεις ένα από τα πρώτα profil που δημιουργήθηκαν στην Κορινθία. Σήμερα όλοι οι πολιτικοί ανεξαρτήτως ηλικίας επικοινωνούν και αλληλεπιδρούν μέσω αυτών. Το «τυρί» το βλέπουμε , η «παγίδα» ποια είναι ;
Και εδώ η απάντησή μου είναι ανάλογης υφής. Η ψηφιακή πραγματικότητα δεν είναι παρά μια παραλληλία της φυσικής. Οι πολιτικοί στην Ελλάδα λειτουργούν με χρονοκαθυστέρηση τουλάχιστον 10 ετών. Όταν ο Obamaεξελέγη πρώτη φορά με εκτεταμένη χρήση των socialmedia, εδώ στην Ελλάδα λέγαμε ότι όποιος έχει socialmediaείναι τεμπέλης. Η πλειοψηφία των πολιτών πιστεύει ότι για να γράψεις 2 γραμμές στο Twitterμπορεί να σου φάει κάνα διήμερο. Ο Trumpσήμερα σχεδόν κυβερνά τις ΗΠΑ μέσω Twitter, oSarkozyπαλαιότερα στη Γαλλία ενημέρωνε πρώτα τους πολίτες από το Twitterκαι μετά μέσω των ΜΜΕ. Εδώ στην Ελλάδα το μόνο που κάναμε ήταν να υιοθετήσουμε παθογένειες. Με πρώτο διδάξαντα τον Γιώργο Παπανδρέου με τους «100 εθελοντές διαδικτύου» και αργότερα ως καλοί μαθητές άλλοι κομματικοί σχηματισμοί, εκείνο που εφαρμόστηκε ήταν οι τρολοστρατοί, οι εκβιασμοί, οι ψευδείς ειδήσεις και οι «στημένοι»bloggersτου 2007 που αργότερα μερικοί έγιναν ακόμα και βουλευτές αφού πρώτα είχαν φλομώσει τον κόσμο στο ψέμα. Είναι μια ιστορία αυτή στην οποία δεν έχει πέσει αρκετό φως. Το 2007-2009 στην Ελλάδα παίχτηκε το πιο βρώμικο διαδικτυακό παιχνίδι μέχρι σήμερα. Ελάχιστα ίχνη σώζονται όμως όσοι το παρακολούθησαν, και ξέρουν, και αρχείο έχουν. Αυτά κάποια στιγμή θα βγουν σε βιβλία, να το θυμηθείτε.
Πάμε όμως λίγο βαθύτερα. Και τι έγινε που έχουν προφίλ στα socialmedia σήμερα οι πολιτικοί ; Εσείς βλέπετε να επικοινωνούν, ή να ανακοινώνουν ; Ως πίνακα ανακοινώσεων τα βλέπουν όλα αυτά. Να πουν τα δικά τους και τέλος. Άντε καμιά φωτογραφία από καμιά εκδήλωση, «πήγα εκεί, έφαγα αυτό, τσίσα, νάνι», υποκριτικά χαμόγελα, λυκοφιλίες και μαλλί κομμωτηρίου. Αλληλεπίδραση μηδέν, άποψη για τα δύσκολα καμία, αφήστε που μερικοί γράφουν 2 γραμμές και κάνουν 50 ορθογραφικά λάθη και το παίζουν και «γραμματιζούμενοι». Υπήρξε θεσμικός παράγων στην Κορινθία που κατόρθωσε και έγραψε λάθος στα Ελληνικά ακόμα και το όνομά του, ή άλλος που έκανε λάθος τη λέξη «όμορφη» και δεν το έκανε το λάθος στο «η». Και μην πει κανείς ότι το ωμέγα είναι δίπλα στο όμικρον.
Πείτε μου ένα θέμα που βγήκε μέσα από τις συζητήσεις αυτές και τέθηκε ως ζήτημα ή λύθηκε από εκείνους μεμονωμένα ή από το Κοινοβούλιο (και δεν μιλώ για τις «φιλανθρωπίες» τις οποίες και που τις ανακοινώνουν μερικοί είναι αηδιαστικό). Κανένα. Άρα και εδώ έχουμε μια προβληματική υιοθέτηση, προσαρμοσμένη στις ήδη υπάρχουσες παθογένειες. Και είναι λογικό. Όλα τα πράγματα στην Τεχνολογία παίρνουν το χαρακτήρα αξιοποίησης που θα τους δώσει ο ίδιος ο άνθρωπος.
Μιλάτε όμως για τυρί και παγίδα. Η μεγάλη παγίδα είναι αυτό που ανέφερα στην αρχή. Η χρονοκαθυστέρηση. Η παγκόσμια τάση πλέον είναι ότι τα socialmedia υποχωρούν. Στην Ελλάδα τώρα είμαστε στην εμπέδωση. Όταν οι άλλοι θα τα εγκαταλείπουν, εμείς θα είμαστε ένα κύκλο πίσω. Αν ως «τυρί» εννοείτε την ψευδαίσθηση της συζήτησης και της συμμετοχής, ή την καταστολή όπως λένε μερικοί αναλυτές, και πάλι υπάρχει αντίλογος. Αν οι πολίτες Αραβικών κρατών χρησιμοποίησαν τα socialmedia για να εξεγερθούν (άσχετα αν η «Αραβική Άνοιξη» δεν επέτυχε τα προσδοκόμενα), και εμείς τα χρησιμοποιήσουμε για να μπούμε σε καταστολή, ε τότε μάλλον το πρόβλημα το έχουν οι άνθρωποι, όχι τα socialmedia.
Κλείνω με το προσωπικό σκέλος. Δεν είναι θέμα αν έχω κάτι «από τα πρώτα». Άλλωστε και ένα από τα πρώτα siteπου δημιουργήθηκαν στην Κορινθία είχα, και ένα από τα πρώτα blogsκαι όταν κάποτε έγραφα ότι όλοι οι δημοσιογράφοι θα γίνουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο bloggers,με κορόιδευαν. Ξέρετε, οι «πρωτιές» αυτές τελικά κατάλαβα ότι έχουν κόστος. Ειδικά στην Ελλάδα. Γιατί μιλάς νωρίς για πράγματα που οι άλλοι τα βλέπουν μετά από 5-6 χρόνια. Όταν τα λες νωρίς λιθοβολείσαι και μετά βλέπεις εκείνους που σου πέταγαν πέτρες να το παίζουν «αυθεντίες» με αυτά που έλεγες εσύ παλιά. Αυτό το σιχαίνομαι. Οφείλουν όμως οι πολίτες να κρίνουν και να θυμούνται.
Κάποτε έλεγα ότι οι πολιτικοί δεν γράφουν άρθρα και την άποψή τους για να μπορούν να ελίσσονται και να μην υπάρχουν γραπτά. Δείτε όμως και σήμερα. Τι ονόματα συζητιούνται στην Κορινθία ; Ποιοι εμφανίζονται ως «φαβορί» ; Είτε οι ίδιοι και οι ίδιοι, είτε άνθρωποι «άβρεχτοι» που ποτέ δεν έχουν πει την άποψή τους ούτε για ένα θέμα, που δεν έχουν ασχοληθεί ποτέ με τίποτα και ξαφνικά λένε ότι θα τα αλλάξουν όλα. Ποια να αλλάξουν ; Αυτά που δεν ξέρουν ; Αν δεν έχεις τριφτεί με όλα αυτά τότε απλώς λειτουργείς τυχοδιωκτικά.
Πάντα πίστευα και πιστεύω ότι τα πράγματα αλλάζουν από μέσα. Αν δεν έχεις ματώσει, δεν έχεις εμπλακεί, τι θα αλλάξεις και πως ; Με το εγχειρίδιο χρήσης και την εγκυκλοπαίδεια ψάρια δεν πιάνονται. Η δική μου πλέον προσπάθεια περιορίζεται στο να εκθέτω ευθέως και ευθαρσώς την άποψή μου πάντα με στοιχεία, χωρίς να προσβάλλω οικογένειες ή να αξιοποιώ προσωπικά δεδομένα και χωρίς χτυπήματα κάτω από τη μέση, γράφω και μιλώ αυστηρά και μόνο πολιτικά. Προσπαθώ να βάζω το δικό μου λιθαράκι σε αυτά που διαβάζουν οι πολίτες, πολλά εκ των οποίων είναι πλήρως κατευθυνόμενα, ενταγμένα σε σχεδιασμούς διαδρόμων, κλειστών τραπεζωμάτων σε κότερα, κτήματα και πατάρια ταβερνείων. Από εκεί και πέρα είναι ευθύνη του κάθε πολίτη να διαμορφώνει τη δική του άποψη και να λαμβάνει τις αποφάσεις του για το αν θα πάει ένα βήμα παραπέρα ή αν θα γίνεται φερέφωνο του καθενός που κεκαλυμμένα μέσα από διάφορα sites, pages και εν μέσω διαφημιστικών μηνυμάτων για καφενέδες και ψητοπωλεία, επιβάλει τάσεις, συμπεριφορές, απόψεις, ακόμα και ανθρώπους σε θέσεις εξουσίας. Είναι απλά τα πράγματα. Δεν είμαστε κολεκτίβα, στην άποψη και στην επιλογή υπάρχει ατομική ευθύνη.
Ασχολείσαι με τα κοινά από πολύ μικρός σε ηλικία. Ισχύει αυτό που λένε «όσοι ασχοληθούν με την πολιτική θέλουν δεν θέλουν θα τους απορροφήσει το σύστημα»;
Ωραία ερώτηση, αλλά δεν θα την αναλύσω πολύ και θα σας πω στο τέλος το γιατί. Ναι, ασχολούμαι από πολύ μικρός. Πάντα όμως αυτό μου φαινόταν φυσιολογικό. Από μαθητής, αργότερα φοιτητής και μέχρι τώρα είχα πάντα την αίσθηση της ανάγκης πολιτικής ενασχόλησης. Όχι με όρους εξουσίας. Με τον ορισμό του πολίτη που παρακολουθεί τα κοινά του τόπου και ασχολείται με αυτά. Οι Αρχαίοι Έλληνες όποιον πολίτη δεν ενδιαφερόταν για τα κοινά και δεν συμμετείχε, τον θεωρούσαν άχρηστο. Εν πολλοίς συμφωνώ απόλυτα. Δεν γίνεται να είσαι μέρος ενός συνόλου όταν δεν ενδιαφέρεσαι για τα κοινά του. Βέβαια εδώ οφείλω να πω ότι είναι και κάτι που πήρα από τον πατέρα μου. Διάβαζα μαζί του εφημερίδα, συζητούσαμε, διαφωνούσαμε και ακόμα το κάνουμε και τον ευχαριστώ γι’ αυτό. Πάντα τον θυμάμαι να κρατάει αποκόμματα εφημερίδων. Πολλά από αυτά που έλεγε τη δεκαετία του 1980 βγήκαν απολύτως αληθινά και κάτι παραπάνω, ακόμα και αν τότε έμοιαζαν παράλογα αυτά που έλεγε. Αυτό δεν έγινε τυχαία ή επειδή είχε «χάρισμα». Διάβαζε, μελετούσε ο άνθρωπος και παρακολουθούσε τα κοινά, δεν τα κατέβαζε όλα αμάσητα. Δεν είναι κανένα τρομερό επίτευγμα. Συνέπεια θέλει. Συνέπεια και διάβασμα. Να ανοίξεις και καμιά εκατοσταριά βιβλία στη ζωή σου.
Το «σύστημα» όμως είναι άλλο πράγμα. Το «σύστημα» πρέπει να το ζήσεις, να ξέρεις να το διαβάζεις και αν ασχολείσαι με τα κοινά κάποια στιγμή θα σε βρει εκείνο. Εγώ το «σύστημα» και το είδα και το ανίχνευσα σε μεγάλο βαθμό, ίσως και να το ενόχλησα πολύ. Ποτέ δεν μπορείς να το εξαντλήσεις.
Ασχολούμενος με τα κοινά με τις δικές σου δυνάμεις, κάποια στιγμή μοιραία θα έρθεις σε επαφή με το «σύστημα» αν τα έχεις πάει καλά. Θα σε πλησιάσει, θα σε ζυγίσει, θα σε θέλξει. Μέχρι κάποιο σημείο μπορείς να πας μόνος σου. Έρχεται όμως κάποια στιγμή που το «σύστημα» θα θελήσει να σε «εντάξει», να σε «απορροφήσει» όπως λέτε. Εκεί είναι η στιγμή της μεγάλης απόφασης.
Ή θα ενταχθείς και θα προχωρήσεις πιο εύκολα, ή θα κάνεις τον κουτό και θα μείνεις στα κυβικά σου, ή θα συγκρουστείς και ξαφνικά θα δεις πολλά να αλλάζουν γύρω σου. Φίλοι, υποστηρικτές, συμπεριφορές, επαφές, καταστάσεις που μέχρι πριν λίγο θεωρούσες δεδομένες και ασφαλείς, αλλάζουν ραγδαία. Καταλαβαίνεις ότι συγκεκριμένοι άνθρωποι που σε πλησίασαν και σου πούλησαν φιλία σε συγκεκριμένες χρονικές στιγμές υπηρετούσαν ρόλους. Γυρίζεις πίσω το χρόνο και εκπλήσσεσαι που δεν είχες καταλάβει τι γινόταν όταν γινόταν, και όμως ήταν τόσο καταφανές. Αλλά αυτό είναι το «σύστημα». Δεν το καταλαβαίνεις εύκολα όταν λειτουργεί και έρχεται να σε τυλίξει, και πρέπει να πονέσεις για να το κατανοήσεις έστω και αργότερα.
Ελάχιστοι τα έχουν καταφέρει μέχρι το τέλος της διαδρομής μόνοι τους και αυτούς τους θαυμάζω. Ξέρω να τους διακρίνω και τους σέβομαι, τους ακούω με δέος όταν μιλούν. Τους «απορροφημένους» τους καταλαβαίνεις από μακριά. Τους βλέπεις να ανεβαίνουν σκαλιά δέκα-δέκα ή να μη χρειάζονται καθόλου σκαλιά, πέφτουν με τα αλεξίπτωτα.
Μην το βλέπετε όμως με ελαφρότητα. Το «σύστημα» είναι άγριο και σκληρό. Εκδικητικό και επικίνδυνο. Σε περιμένει στη γωνία, δεν χαρίζει. Θα στη φέρει όπου μπορεί, θα σου κόβει τα φτερά μέχρι να εξασθενίσει ή εκείνο ή εσύ. Δεν ξέρω το τέλος της ιστορίας, δεν ξέρω αν το σύστημα εξασθενεί, μπορεί και κάθε φορά ένα «σύστημα» να αντικαθίσταται από ένα άλλο. Και δεν περιορίζεται σε ένα πρόσωπο ή σε ένα κόμμα. Είναι και πολυσχιδές και οριζόντιο. Η ασφαλής επιλογή είναι να κάνεις αυτό που λέμε, το «παγώνι» ή να καθίσεις σπίτι σου και να μην ασχολείσαι με τίποτα. Και έτσι ο πολίτης απομακρύνεται από την ίδια τη φύση και τον ορισμό του.
Είναι ένα βιβλίο που θέλω να γράψω αυτό κάποια στιγμή. Για το «σύστημα». Πρώτα ο Θεός,καλά να είμαστε, σε καμιά δεκαετία. Είναι ακόμα μερικά επεισόδια που περιμένω να δω. Θέλω να δω κυρίως αν υπάρχει θνητότητα στο «σύστημα» ή αν απλώς υπάρχουν μικρές παροδικές νίκες που μπορεί να πετύχει κανείς.
Απόκομμα από την εφημερίδα «Ο Πολίτης της Κορινθίας» με αναφορά στην παρουσίαση του βιβλίου του Βασίλη Μπαλάφα
Γιατί η γενιά των σημερινών 40αρηδων , η δική σου γενιά δηλαδή, χαρακτηρίζεται ως «απολιτίκ»;
Διαφωνώ κάθετα με τον όρο «απολιτίκ». Δεν είναι απολιτίκ, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ενδεχομένως αδιάφορη αλλά όχι συλλήβδην. Η γενιά των σημερινών 40άρηδων όμως – ας μην την αδικούμε – είναι μια γενιά που κουράστηκε πριν την ώρα της και δεν φταίει μόνο αυτή. Έζησε κατά πλειοψηφία τα παιδικά της χρόνια σε καθεστώς ευμάρειας και ειρήνης. Σπούδασε, πέρασε καλά και την ώρα που όλα αυτά που της παρείχαν οι γονείς ήταν έτοιμη να τα κεφαλαιοποιήσει, να τα επιστρέψει στην Πατρίδα, έπεσε η ταφόπλακα. Θυμάμαι ακόμα τους δασκάλους μας να λένε «σπουδάστε για να βγάλετε λεφτά». Βγήκαμε τη δεκαετία του 2000 στην αγορά εργασίας και η ζούγκλα είχε ήδη ξεκινήσει. Απίστευτες ώρες δουλειάς, λίγες θέσεις εργασίας, απλήρωτες υπερωρίες, βασικός μισθός, προνόμιο η ασφάλιση. Αυτά ήταν μερικά μόνο από όσα συναντήσαμε τότε. Οι ανησυχίες εκείνης της εποχής ήταν αυτές. Σταδιακά οι μισθοί του ιδιωτικού τομέα έγιναν χειρότεροι από του δημοσίου. Όσοι επέλεξαν το ελεύθερο επάγγελμα πρόλαβαν να κάνουν κάποια λεφτά, αλλά κυρίως αυτοί ήταν εκείνοι που δεν σπούδασαν. Και ξαφνικά δεν έμεινε ούτε μια από εκείνες τις «υποσχέσεις» δασκάλων και καθηγητών που να μη διαψεύστηκε. Ο δημόσιος τομέας έφτασε να πληρώνει καλύτερα από τον ιδιωτικό, ο εργασιακός πολιτισμός εξαφανίστηκε και επικράτησαν η αχρειότητα, ο κυνισμός, η μπότα του 70φεύγα «αφεντικού» που ήταν μάγκας επειδή θα σε απέλυε για να προσλάβει έναν από τους εκατοντάδες συνωστισμένους στη σειρά. Και οι εκατοντάδες έγιναν χιλιάδες και μετά εκατομμύρια.
Μετά το 2010 όλες οι ουτοπίες είχαν μετατραπεί στις χειρότερες πραγματικότητες. Κατάρρευση. Η σημερινή γενιά των 40άρηδων βρέθηκε κάπου στα 30 της, από εκεί που είχε το πόδι στο γκάζι, με τη θηλιά στο λαιμό. Τη θηλιά της καθημερινότητας. Κατακρήμνιση μισθών σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, ελεύθεροι επαγγελματίες επιτυχημένοι χωρίς δουλειά, πολίτες χωρίς λεφτά. Υποχρεώσεις που τρέχουν, όνειρα που σβήνουν και η αίσθηση του χρόνου που πλέον τρέχει. Δεν έχεις όλη τη ζωή μπροστά σου πια στα 40. Ξαφνικά τι να πρωτοκάνεις ; Να πληρώσεις λογαριασμούς, να πληρώσεις δάνεια, να κάνεις οικογένεια, και πως ; Αυτό το σοκ περνάνε οι σημερινοί 40άρηδες και αυτό έχει μείνει κάτω από το χαλί κοινωνικά, δεν το έχει αγγίξει κανείς ως θέμα. Πρόκειται περί μιας γενιάς που κοντεύει να χαθεί κυριολεκτικά από το χάρτη της χώρας. Άλλοι έφυγαν στο εξωτερικό, κατά κανόνα οι πιο ικανοί, λίγοι παλεύουν εντός της χώρας με όσα προείπα, οι περισσότεροι τα έχουν παρατήσει με πίκρα όμως και θυμό. Πολύ θυμό. Για την ώρα σιωπηρό.
Δείτε για παράδειγμα στο Δήμο Κορινθίων που είναι ένας από τους Δήμους (και ως νομός η Κορινθία) με τη μεγαλύτερη ανεργία στην Ελλάδα. Η ηλικία 35-45 απουσιάζει σχεδόν πλήρως από τα μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου, δεν συζητώ καν για θέσεις εκτελεστικής εξουσίας ή κέντρων λήψης σημαντικών αποφάσεων. Η πιο παραγωγική, καταρτισμένη, μορφωμένη ηλικία της Ελλάδας δεν υπάρχει σε ένα δημοτικό συμβούλιο, σε μια θέση με εκτελεστική ικανότητα. Δεν σας κάνει εντύπωση ; Αυτό τα δείχνει όλα.
Αυτά που σας περιέγραψα – θεωρώ – ότι κατέστησαν τη γενιά των 40άρηδων μια γενιά στην πλειοψηφία της πολύ μακριά από τα κοινά, η οποία εν πολλοίς οδηγήθηκε στο να κλειστεί πίσω από την πόρτα της, να παλέψει αποκλειστικά για την επιβίωσή της, βουτηγμένη στη θλίψη των καθημαγμένων ονείρων της σχολικής και φοιτητικής νιότης της. Συνεχίζω να προσδοκώ και να πιστεύω σε μια «επανάστασή» της γιατί δυστυχώς βλέπω ότι οι νεότερες γενιές έρχονται όχι μόνο με άγνοια για το τί πραγματικά γίνεται αλλά και με μια έπαρση βασισμένη στο μηδενισμό, τον τυχοδιωκτισμό, και το «και τί έγινε», αλλά αυτή τη φορά με αυτά τα χαρακτηριστικά ως δεδομένα, ως καθημερινότητα και όχι ως κάτι που πρέπει να αλλάξει γιατί δεν έχουν βιώσει κιόλας κάτι διαφορετικό. Και εδώ που τα λέμε, αν κάτι το διαβάζεις μόνο στα βιβλία, είναι λογικό να φαίνεται σαν παραμύθι.
Ας μην αδικούμε λοιπόν τους 40άρηδες και ας δούμε ως πολίτες μήπως προλάβουμε να αξιοποιήσουμε λίγη από την κατάρτισή τους πριν αυτή ξεθυμάνει. Και είναι κρίμα γιατί επενδύθηκαν δισεκατομμύρια σε αυτή τη γενιά.
Είσαι υποψήφιος Δρ. Πανεπιστημίου Πελοποννήσου στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων στην Κόρινθο. Πιστεύεις ότι η πόλη μας έχει αδράξει τις ευκαιρίες που τις δίνονται μέσα από αυτή την σχολή ;
Η σχέση της πόλης μας με το Πανεπιστήμιο είναι μια πονεμένη ιστορία. Έχω την αίσθηση ότι ποτέ η πόλη δεν πίστεψε στο Πανεπιστήμιο και το Πανεπιστήμιο ποτέ δεν πίστεψε στην πόλη. Έχοντας ζήσει σε μια επαρχία που εκτοξεύτηκε από τη δημιουργία Ανώτατων Σχολών, την Άρτα, η οποία από το 1996 έως το 2002 αύξησε τον πληθυσμό της κατά περίπου 7.500 νέους ανθρώπους και άλλαξε ριζικά τη φυσιογνωμία της και σε επίπεδο υποδομών μεταξύ άλλων, είδα από πολύ νωρίς το έλλειμα ώσμωσης μεταξύ Κορίνθου και Πανεπιστημίου. Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα οι δύο κοινότητες πέρασαν παράλληλους βίους αγνοώντας πλήρως η μια την άλλη.
Ακόμα και σήμερα οι περισσότεροι Κορίνθιοι αγνοούν ότι η πόλη έχει δύο πανεπιστημιακά τμήματα και όχι ένα. Η δε τραγική σύμπτωση του ενός τμήματος με το Δημοτικό Θέατρο, ποτέ δεν του επέτρεψε να διαμορφώσει μια προσωπικότητα. Ένα κτίριο που υποτίθεται ότι αποτελούσε «όνειρο» για τους Κορίνθιους, στέγασε τελικά το ένα τμήμα του Πανεπιστημίου μεταδίδοντας μια πολύ θολή εικόνα για την ταυτότητά του.
Και αν όταν αυτό έγινε ήταν μια αναγκαιότητα για να έχει μια στέγη το Πανεπιστήμιο. Η αδιαφορία του Δήμου ή άλλων φορέων να εξασφαλίσουν μέχρι σήμερα για το Πανεπιστήμιο μια αυτόνομη κτιριακή υποδομή, έναν χώρο τον οποίο θα τον χαρακτήριζε το ίδιο το ακαδημαϊκό ίδρυμα και δεν θα ήταν από πριν χαρακτηρισμένος, έναπανεπιστημιακό campus, είναι εγκληματική και καταδεικνύει την έλλειψη συνειδητοποίησης του τι σημαίνει μια πόλη να διαθέτει δύο πανεπιστημιακά τμήματα.
Αυτός ήταν και ο λόγος που το 2013-2014 τα τμήματα της Κορίνθου κινδύνεψαν άμεσα από το σχέδιο «Αθηνά». Ευτυχώς μέχρι τότε τουλάχιστον τα τμήματα είχαν φροντίσει να ενισχυθούν ακαδημαϊκά, να λάμψουν σε πανελλαδικό επίπεδο, να προσφέρουν πλήρη μεταπτυχιακά προγράμματα και χάρη σε κάποια συγκεκριμένα κορυφαία πρόσωπα και των δύο τμημάτων, να επιτύχουν τις απαραίτητες συμμαχίες για την επιβίωσή τους. Σε αυτό τον αγώνα θεσμικά η πόλη ήταν απούσα.
Ευτυχώς όπως είπα, τα τελευταία χρόνια και κυρίως μετά το 2010, το Πανεπιστήμιο ανοίχτηκε στην κοινωνία. Η πρώτη προσπάθεια που θυμάμαι ήταν οι «Ανοιχτές Πόρτες» από το τμήμα Κοινωνικής και Εκπαιδευτικής Πολιτικής επί Προεδρίας Παπαθεοδώρου, προσπάθεια που εξασθένησε γρήγορα. Μετά πήρε τη σκυτάλη το δεύτερο σε σειρά ίδρυσης τμήμα, το τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων το οποίο με συνέδρια, ημερίδες, το θεσμό του «Πανεπιστημίου της Κοινωνίας», τα «Καλοκαιρινά Σχολεία», την ανακήρυξη του Προέδρου της Δημοκρατίας σε επίτιμο Διδάκτορα, τις επισκέψεις – διαλέξεις διεθνούς κύρους επιστημόνων και Καθηγητών, την επιτυχημένη ακαδημαϊκή του εξέλιξη, τη συμμετοχή πολλών Κορινθίων στα προπτυχιακά και μεταπτυχιακά του προγράμματα (και στα δύο τμήματα), την εφαρμογή ενός ολοκληρωμένου προγράμματος αλληλεπίδρασης από τον τότε Πρόεδρο, Καθηγητή Σκλιά. Το άνοιγμα αυτό επίσης δεν βρήκε αρωγούς τους θεσμούς της πόλης, αλλά στάθηκε αρκετό για να σωθούν τα τμήματα.
Τώρα τελευταία, ευτυχώς, διάφοροι φορείς προσεγγίζουν τα τμήματα και συνάπτουν συνεργασίες οι οποίες ευελπιστώ να οδηγήσουν και σε συνέργειες, που είναι απαραίτητες πέραν των άλλων και για τη διεκδίκηση και εξασφάλιση αναπτυξιακών κονδυλίων. Πρέπει όμως ακόμα να γίνει πολλή δουλειά, κυρίως από πλευράς Δήμου, θεσμική δουλειά.
Για να είμαστε δίκαιοι βέβαια, είναι και τέτοια η φύση των τμημάτων που δεν επέτρεψε το να έχουν οι Κορίνθιοι έναν άμεσο αντίκτυπο. Η Κόρινθος είναι κοντά στην Αθήνα, η πλειοψηφία των φοιτητών δεν ζει στην πόλη, η τοπική οικονομία δεν είδε κάποια σημαντική διαφορά. Οι καθηγητές δεν ζουν στην Κόρινθο, δεν έρχονται σε άμεση επαφή με το κοινωνικό σύνολο πέραν των όποιων εκδηλώσεων, παραμένουν όμως εξ όσων γνωρίζω διαθέσιμοι προς αξιοποίηση. Για σκεφτείτε ότι έχουμε τόσα στοιχεία ως νομός και ως πόλη που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για ερευνητικούς σκοπούς και προγράμματα και δεν έχει προχωρήσει ούτε ένα.
Δεν καταφέραμε ως πόλη να εξασφαλίσουμε ένα κτίριο ακόμα και όταν το ένα τμήμα βρέθηκε σχεδόν άστεγο, στο δρόμο χωρίς υπερβολή. Σήμερα τα δύο τμήματα παραμένουν χωριστά στεγασμένα, το ένα στο παραχωρημένο κτίριο του Δημοτικού Θεάτρου και το άλλο με ενοίκιο στο κτίριο που βρίσκεται το ΙΚΑ και ένα σούπερ μάρκετ, απέναντι από τον ανενεργό σταθμό του ΟΣΕ που και αυτός νοικιάστηκε από δημοτικές υπηρεσίες.
Τα σημαντικά όμως δεν είναι αυτά, είναι, όπως είπατε, οι χαμένες ευκαιρίες. Η πόλη δεν αξιοποιεί ούτε τους ανθρώπους του Πανεπιστημίου, ούτε τη γνώση που παράγεται, ούτε καν δανείζεται λίγη από την αίγλη που φέρνουν ορισμένες εκδηλώσεις. Στα προγράμματα ΕΣΠΑ που τρέχουν αυτή την περίοδο, ο λεγόμενος «τριπλός έλικας ανάπτυξης» περιλάμβανε ως ένα του σκέλος την ακαδημαϊκή κοινότητα. Ο Δήμος όχι απλώς αγνόησε αυτό το πλεονέκτημα, αγνόησε όλο το ΕΣΠΑ.
Βλέπω όμως πολλούς Κορίνθιους και πολλές Κορίνθιες τελευταία να πλησιάζουν το Πανεπιστήμιο. Σπουδάζουν σε αυτό, παρακολουθούν διαλέξεις και εκδηλώσεις, ενώ ήδη πλέον αρκετοί υποψήφιοι διδάκτορες είναι Κορίνθιοι, μερικοί εκ των οποίων με σημαντικές υποτροφίες όπως η κα Δασκαλοπούλου που το 2016 πήρε υποτροφία από το ΙΚΥ και αυτό είναι εξαιρετικά τιμητικό.
Αν αυτή η ανεπτυγμένη πια ώσμωση ανθρώπων και Πανεπιστημίου, περάσει και σε επίπεδο θεσμών τότε θα βγούμε όλοι κερδισμένοι συνολικά. Το μείζον είναι όμως η υποδομή, το κτιριακό ζήτημα που πρέπει να λυθεί άμεσα ακόμα και αν ο ίδιος ο Δήμος πρέπει να το αναλάβει. Γιατί δεν είμαι ιδιαίτερα αισιόδοξος για το τι θα συμβεί σε μια ενδεχόμενη δεύτερη «Αθηνά». Και μη νομίζετε ότι είναι λίγοι εκείνοι εκτός νομού που θα χαίρονταν αν η πόλη έμενε χωρίς Πανεπιστήμιο. Δεν χρειάζεται να τους βοηθάμε και «εκ των έσω».
Μαθαίνω επίσης ότι διατηρείς πολύ καλή επικοινωνία με τους φοιτητές. Πως βλέπεις αυτή τη νέα γενιά;
Σε Συνέδριο στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου
Το σκιαγράφησα λίγο προηγουμένως. Μιλάτε για τη γενιά που σήμερα είναι 18-20 χρονών. Θα το πω με το στίχο της Βραχάλη από τραγούδι του Σαμπάνη: «μυστήριο τρένο» …
Γενιά μεταίχμιο και καθοριστική για το μέλλον της χώρας. Μια γενιά σε πολύ δύσκολη θέση και με πολύ αντικρουόμενα ερεθίσματα. Διατηρώ καλή επαφή με αυτή τη γενιά όχι μόνο με τους φοιτητές, αλλά και ως εκπαιδευτής ενηλίκων στις ΤΠΕ. Προσπαθώ να επικοινωνήσουμε, δεν είναι πάντα εύκολο. Τους είναι πολύ δύσκολο να καταλάβουν τη θλίψη των χαμένων ονείρων των 40άρηδων γιατί οι ίδιοι δεν πρόλαβαν καν να κάνουν όνειρα. Ζουν και μεγαλώνουν σε μέρες ισοπέδωσης και ζοφερότητας. Ακούνε μόνο για πράγματα που γκρεμίζονται. Για ένα γκρεμισμένο πολιτικό σύστημα, για μια γκρεμισμένη οικονομία, είδαν τους γονείς τους να μένουν άνεργοι, το βιοτικό τους επίπεδο να καταβαραθρώνεται, βλέπουν το χάσμα μεταξύ εύπορων και φτωχών να μεγαλώνει, και μην ξεχνάμε ότι υπάρχουν και εκείνα τα παιδιά που δυστυχώς πια δεν μπορούν καν να πάνε να σπουδάσουν παρότι περνάνε στις Πανελλαδικές εξετάσεις τους. Πηγαίνουν να πιάσουν δουλειά σε μια καφετέρια για το χαρτζιλίκι και τους ζητάνε βιογραφικά άνθρωποι που δεν έχουν βγάλει καλά καλά το Λύκειο.
Αυτή η γενιά λοιπόν βλέπει την όλη ιστορία ανάποδα. Η αφετηρία της είναι μια χαμηλή πτήση. Γνωρίζει όμως πολύ νωρίς και όλη την παθογένεια, όλη αυτή τη βαρβαρότητα και ένα μέρος της εντάσσεται μοιραία σε αυτή.
Με πολύ δυσανάγνωστους «ήρωες» και αφηρημένα «είδωλα», με παραδείγματα που στηρίζονται είτε στον αφορισμό, είτε σε μια αυστηρή εξιδανικευμένη περσόνα που τους κουνά το δάχτυλο απαιτώντας πρώτα από όλα υπακοή, είναι μια γενιά που ακροβατεί. Μαθαίνει πολύ γρήγορα ότι διέξοδος είναι το εξωτερικό, αποκτώντας και λαμβάνοντας ελάχιστη αγάπη για και από τη χώρα. Υπάρχουν ροπές είτε στη μεγαλομανία, είτε στο εκκεντρικό ζαμανφού. Μπορεί να την ψέξει κανείς ; Ό,τι έχουν δει στη δημόσια ζωή αυτά τα παιδιά είναι ακραίο, είτε από τη μια, είτε από την άλλη. Άρα το μέσο, η ισορροπία είναι δύσκολες έννοιες.
Είναι μεγάλη η ευθύνη των γονιών και των δασκάλων, σχολικών και πανεπιστημιακών, αυτή η γενιά. Βγάζω έξω το θεσμικό σύστημα ως οργανισμό διαμόρφωσης γιατί το θεωρώ πλήρως ακατάλληλο. Δάσκαλοι και γονείς πρέπει να παίξουν το ρόλο του εξισορροπητικού παράγοντα για τη γενιά αυτή.
Δεν έχουμε την πολυτέλεια ως Έθνος να χαθεί και αυτή η γενιά. Πρέπει να της δοθεί ο χώρος να φτιάξει το δικό της όραμα, όχι ένα δανεικό ή επίπλαστο. Να αφεθεί να ονειρευτεί και όχι να θεωρήσει ως ταβάνι της απλώς το μεροδούλι-μεροφάι. Να της επιτραπεί και να αποτύχει και όχι να της φορέσουμε ως σιδηρούν προσωπείο τις αστοχίες του παρελθόντος, τις ενοχές και μια δήθεν επιδιωκόμενη αριστεία που κανείς όμως δεν της δίνει τα εφόδια για να τη διεκδικήσει. Βλέπω τέτοιες προσπάθειες και χαίρομαι, είμαι και εγώ γονιός, γονιός της επόμενης γενιάς από αυτή, και νοιάζομαι. Θέλω να επιτύχει, να ξελασπώσει ο τόπος. Αλλά ανησυχώ για τις αφετηρίες της. Ξεκινά με δηλητήριο που καλείται να αποβάλει και όχι απλώς να προστατευθεί από αυτό.
Μεγάλη πρόκληση λοιπόν αυτή η γενιά των σημερινών 20άρηδων. Αν θα μπορούσα να δώσω μια συμβουλή, θα ήταν να μη γίνουν αδιάφοροι, να μην παρασυρθούν από τις σειρήνες των εύκολων συμπερασμάτων, της ισοπέδωσης και των έτοιμων fast-foodαπόψεων που τους πασάρουν σε πακέτα σωρηδόν καθημερινά. Να μη διαβάζουν μόνο τους τίτλους. Και κυρίως να προσέχουν εκείνους που τους χαϊδεύουν τα αυτιά. Είναι οι ίδιοι που δεν θα διστάσουν να τους καταστήσουν στα 40 τους λεμονόκουπες.
Τι είναι αυτό που δεν σε ρώτησα και θα ήθελες να αναφερθείς …
Τι εννοείς ; Δεν ήταν αυτό μόνο ο πρόλογος ; Νόμιζα ότι τώρα θα μπαίναμε στο θέμα ! Δεν πειράζει άλλη φορά. Επέτρεψέ μου όμως να κλείσω με δυο λόγια για τη νέα «Σφεντόνα» και εσένα. Χάρηκα πολύ όταν είδα την ανακοίνωση για τη νέα Σφεντόνα και το βίντεο με εσένα να οδηγείς το «μελισσάκι». Και χαίρομαι γιατί η νέα Σφεντόνα έχει μέσα της τη Νάνσυ και όχι το Λάκη. Είμαι βέβαιος όμως ότι αυτό θα ήθελε και ο Λάκης. Τη Νάνσυ που παίρνει έμπνευση και τη σκυτάλη από εκείνον και όχι τον κλώνο του. Και αυτό έχει να κάνει και με τις γενιές που συζητάγαμε προηγουμένως. Συνέχισε να τον κάνεις περήφανο και να τον διακρίνουμε μέσα από το δικό σου, προσωπικό έργο πια. Να τον διακρίνουμε ως έναν πατέρα που καλλιέργησε το παιδί του για να βγάλει όμως το δικό του λουλούδι.
Ευχαριστώ όσες και όσους μπήκαν στο κόπο να διαβάσουν όλα αυτά και ελπίζω ορισμένοι συγκεκριμένοι να διαβάσουν και πίσω από τις γραμμές.
Ευχαριστώ πολύ για αυτή την ευκαιρία και εύχομαι να τα ξαναπούμε σύντομα.
Επιμέλεια : Νάνσυ Γιαννιδάκη
ΠΗΓΗ:sfedona.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου